- αλυτάρχης
- οαυτός που φροντίζει για την τάξη και την τήρηση των κανόνων στους αθλητικούς αγώνες.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ἀλυτάρχης — chief of police at masc nom sg ἀ̱λυτάρχης , ἀλυταρχέω hold office of imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀλυταρχέω hold office of imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αλυτάρχης — ο (AM ἀλυτάρχης) (Μ και ἀλύταρχος) 1. ο επικεφαλής τών αλυτών, τών κατώτερων οργάνων, επόπτης τής τάξεως σε δημόσιους αγώνες (κατά το αξίωμα ήταν αμέσως μετά τους ελλανοδίκες). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλύτας, ἀλύτης «ραβδοφόρος, υπεύθυνος για την τήρηση… … Dictionary of Greek
ἀλυτάρχαι — ἀλυτάρχης chief of police at masc nom/voc pl ἀλυτάρχᾱͅ , ἀλυτάρχης chief of police at masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀλυτάρχην — ἀλυτάρχης chief of police at masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀλυτάρχου — ἀλυτάρχης chief of police at masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀλυτάρχῃ — ἀλυτάρχης chief of police at masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αλυταρχώ — ἀλυταρχῶ ( έω) (Α) [ἀλυτάρχης] είμαι αλυτάρχης … Dictionary of Greek
αλύτης — I (alytes). Γένος ανούρων αμφιβίων της οικογένειας των δισκογλωσσιδών. Ζουν συνήθως στη δυτική και την κεντρική Ευρώπη, σε υγρές τοποθεσίες, μέσα σε τρύπες που ανοίγουν στο έδαφος. Το μήκος του σώματός τους φτάνει τα 5 εκ., ενώ το χρώμα τους… … Dictionary of Greek
Pankration — Infobox martial art logo = logocaption = logosize = imagecaption = The Wrestlers , a reproduction of a 3rd century bronze statue, from the Uffizi, Florence, Italy. imagesize = name = Pankration aka = focus = Mixed hardness = Full Contact country … Wikipedia
Античные Олимпийские игры — Стадион в Древней Олимпии Олимпийские игры (греч. τὰ Ὀλύμπια) величайшие из … Википедия